Homepage » Services » ELT&T Glossary » Testing Glossary » C » Certification

English Language - Testing Glossary - C

 

 

A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z |

Certification   Πιστοποίηση
Recognizing, validating a test performance. In language testing, certification may be linked to the ability to carry out particular language based tasks or to the candidates’ ability to fulfill the requirements of a particular job or the completion of a course of instruction (students’ progress).   Η αναγνώριση και η απόδοση εγκυρότητας στις επιδόσεις σε μια εξέταση. Στην αξιολόγηση της ξένης γλώσσας η πιστοποίηση μπορεί να συνδεθεί με την ικανότητα επιτέλεσης συγκεκριμένων γλωσσικών ασκήσεων ή με την ικανότητα των υποψηφίων να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις μιας συγκεκριμένης εργασίας ή με την ολοκλήρωση μιας σειράς μαθημάτων διδασκαλίας (πρόοδος των μαθητών).