English Language - Testing Glossary - T
![]() |
|
| A | B | C | D | E | F | G | H | I | J | K | L | M | N | O | P | Q | R | S | T | U | V | W | X | Y | Z |
Test administration | Διεξαγωγή εξέτασης | |
The date or period during which a test takes place. Many tests have a fixed date of administration several times a year, while others may be administered on demand. | Η ημερομηνία ή η περίοδος κατά την οποία λαμβάνει χώρα μία εξέταση. Πολλές εξετάσεις έχουν σταθερές ημερομηνίες διεξαγωγής σε διάφορες περιόδους μέσα σε ένα χρόνο, ενώ άλλες μπορεί να διεξάγονται ανάλογα με τη ζήτηση που έχουν. |
See also:
Admissions test | Εξέταση εισαγωγής σε πρόγραμμα διδασκαλίας | |
Cloze test | Εξέταση κλειστού τύπου | |
Criterion-referenced test | Εξέταση βάσει κριτηρίων | |
Individual referenced test | Εξέταση βάσει ατομικής προόδου | |
Νorm-referenced test | Εξέταση βάσει προτύπου | |
Test | Εξέταση | |
Test battery | Σύνολο ομοειδών στοιχείων αξιολόγησης | |
Test construction | Δημιουργία εξέτασης | |
Test design | Σχεδιασμός εξέτασης | |
Test specifications | Προδιαγραφές εξέτασης | |
Test-taking strategies | Στρατηγικές αντιμετώπισης μιας εξέτασης |